Εισαγωγή
Ο ν. 1329/1983 άλλαξε τον χαρακτήρα του Οικογενειακού Δικαίου καθώς αναγνώρισε για πρώτη φορά την έννοια της «γονικής μέριμνας», προβλέποντας την ισότητα μεταξύ των δύο φύλων, ήτοι του άνδρα και γυναίκας στο πλαίσιο του οικογενειακού δεσμού. Ο θεσμός της «πατρικής εξουσίας» εγκαταλείφθηκε και ως εκ τούτου αναγνωρίσθηκε ο σημαντικός ρόλος της μητέρας στην ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των τέκνων. Με τον όρο «γονική μέριμνα» νοείται ο έλεγχος από αμφότερους τους γονείς στην γαλούχηση των ανήλικων τέκνων τους καθώς όπως ορίζεται και από το άρθρο 1511 ΑΚ κάθε απόφασή τους οφείλουν όπως λαμβάνεται προς το συμφέρον του παιδιού τους. Επιπλέον, το άρθρο 1510 ΑΚ ορίζει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των γονέων προς τα τέκνα τους, συμπεριλαμβάνοντας μεταξύ άλλων τη διαχείριση της περιουσίας των παιδιών τους, την εκπροσώπησή τους σε διάφορες υποθέσεις ή δίκες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
A. Γονική Μέριμνα
Αρχή της έννοιας της «γονικής μέριμνας» αποτελεί η γέννηση του τέκνου, υπό τον όρο πάντα ότι ζει ένας τουλάχιστον από τους γονείς του. Σε περίπτωση όπου το παιδί γεννάται εκτός γάμου, την γονική του μέριμνα την έχει η μητέρα του και το αφετήριο χρονικό σημείο, είναι η στιγμή γέννησης του. Υπάρχει η σπάνια περίπτωση όπως ορίζεται στο άρθρο 1589 ΑΚ, όπου ο πατέρας του παιδιού δύναται να έχει πεθάνει πριν από τη γέννησή του και η μητέρα αυτού να αποβιώσει πριν από την ολοκλήρωση του τοκετού. Τότε το παιδί που γεννήθηκε τελεί υπό επιτροπεία (1589 ΑΚ), όπως αντίστοιχα ισχύει και για το παιδί των αγνώστων γονέων. Τέλος, η γονική μέριμνα του υιοθετημένου τέκνου που υιοθετήθηκε άρχεται από την ολοκλήρωση της διαδικασίας της υιοθεσίας 1566 ΑΚ.
B. Φορείς γονικής μέριμνας
Αρχικά, υπό την προστασία της γονικής μέριμνας βρίσκεται το ανήλικο τέκνο, ήτοι το τέκνο που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του, σύμφωνα με το άρθρο 127 του ΑΚ, ανεξάρτητα από τις συνθήκες που έχει γεννηθεί. Η άσκηση της γονικής μέριμνας ανήκει στους γονείς. Υπάρχει όμως η πιθανότητα η άσκηση της γονικής μέριμνας να ανατεθεί σε τρίτα πρόσωπα οι οποίοι ονομάζονται «επίτροποι» και αυτοί ασκούν τις εξουσίες που τους έχουν ανατεθεί (μερική ή ολική ανάθεση).
Σε περίπτωση όπου οι εξουσίες παραμένουν στους γονείς, ασκούνται με την μορφή της γονικής μέριμνας. Αντιθέτως, όταν υφίσταται ολική ανάθεσης της γονικής μέριμνας σε τρίτο πρόσωπο, έρχεται και η παύση της τελευταίας.
Παρόλα αυτά όμως οι γονική μέριμνα ασκείται από αμφότερους τους γονείς, υπάρχουν και πράξεις που γίνονται μόνο από τον ένα γονιό (ΑΚ 1516). Εάν υπάρχει διαφωνία μεταξύ των γονέων, τότε αρμόδιο να αποφασίσει είναι το δικαστήριο (ΑΚ 1512), ενώ σε περίπτωση που συγκρούονται τα συμφέροντά τους με τα συμφέροντα του παιδιού τότε, θα πρέπει να διοριστεί ειδικός επίτροπος, σύμφωνα με άρθρο 1517 του Αστικού Κώδικα.
Γ. Διακρίσεις περιπτώσεων
Η γονική μέριμνα (άρθρο 1510 ΑΚ) και η επιμέλεια (άρθρο 1518 ΑΚ) του τέκνου ασκούνται από κοινού από τους δύο γονείς όταν το τέκνο είναι γεννημένο εντός γάμου, ο οποίος, δεν έχει λυθεί ή ακυρωθεί. Επίσης, σε περίπτωση που το τέκνο γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του, καθώς οι γονείς παντρεύτηκαν αργότερα και έχει λάβει χώρα η αναγνώριση της πατρότητάς του (εκούσια ή δικαστική) πριν ή μετά την τέλεση του γάμου.
Μία άλλη περίπτωση είναι ότι το τέκνο γεννήθηκε εντός συμφώνου συμβίωσης το οποίο μπορεί να βρίσκεται ακόμα σε ισχύ ή το τεκνό να γεννήθηκε εκτός συμφώνου συμβίωσης, εφόσον οι γονείς κατήρτισαν το σύμφωνο μεταγενέστερα και έχει λάβει χώρα η αναγνώριση της πατρότητάς του , εκούσια ή δικαστική, πριν ή μετά τη σύναψη του συμφώνου.
Δ. Άσκηση γονικής μέριμνας
Συνήθως στις περισσότερες περιπτώσεις το δικαίωμα της γονικής μέριμνας ασκείται από κοινού και από αμφότερους τους γονείς, εκτός εάν συντρέχει κάποιος σοβαρός λόγος, που δεν επιτρέπει στον έναν γονέα από τους δύο να ασκήσει την γονική μέριμνα. Αυτοί οι λόγοι μπορεί να είναι επειδή είναι δικαιοπρακτικά ανίκανος, να αδυνατεί να ρυθμίσει τις δικές του υποθέσεις, πόσο μάλλον του τέκνου του. Τέλος, σε περίπτωση απώλειας ή αφάνειας του ενός γονέα, προφανές είναι ότι η άσκηση της γονικής μέριμνας γίνεται από τον έτερο γονέα.
Ε. Υποχρεώσεις γονέα
Η επιμέλεια του τέκνου (ΑΚ 1518), αποτελεί σημαντική εκδήλωση της γονικής μέριμνας, καθώς, περιλαμβάνει τις αποφάσεις που αφορούν την διαπαιδαγώγηση, την επίβλεψη, την μόρφωση, την εκπαίδευση , τον τόπο κατοικίας και την υγεία του τέκνου. Αυτές οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με γνώμονα το όφελος του παιδιού.
Οι υποχρεώσεις που έχει ο γονέας που έχει την γονική μέριμνα είναι να ρυθμίζει την περιουσία του τέκνου, καθώς είναι πιθανό να έχει στο όνομά του ακίνητη ή κινητή περιουσία και να μην έχει την δυνατότητα το τέκνο να την διαχειρίζεται μόνο του, δεδομένου ότι δεν είναι αρμόδιο για την διαχείρισή της, λόγο του νεαρού της ηλικίας του. Επιπλέον, θα πρέπει να εκπροσωπεί το τέκνο σε κάθε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη. Οι γονείς είναι υπεύθυνοι για την διενέργεια οποιασδήποτε απαραίτητης πράξης για το τέκνο.
Τέλος, η κάθε απόφαση που λαμβάνεται θα πρέπει να έχει ως βάση το συμφέρον του ανηλίκου, το οποίο σε κάθε περίπτωση κρίνεται και μπορεί να είναι σωματικό, πνευματικό, ηθικό ή και κάθε άλλο συμφέρον που έχει να κάνει με την ανάπτυξη του ανηλίκου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ
ΑΣΚΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ Ή ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1513 του ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται και στην περίπτωση διακοπής της συμβίωσης των συζύγων (1514 ΑΚ), η άσκησης της γονικής μέριμνας , όταν έχει εκδοθεί διαζύγιο των γονέων ή ακύρωση του γάμου τους, δύναται να μην ασκείται από κοινού από αμφότερους τους γονείς. Δίνεται έμφαση στο γεγονός ότι οι γονείς εξακολουθούν να έχουν από κοινού την γονική μέριμνα και μετά από την λύση ή την ακύρωση του γάμου τους, όταν με την διακοπή της έγγαμης συμβίωσής τους έχουν από κοινού συμφωνήσει προς τούτο και δεν αιτηθούν να ρυθμιστεί από το δικαστήριο, δεδομένου ότι δεν είναι υποχρεωτικό να προσφύγουν στα δικαστήρια.
Το άρθρο 1513 του Αστικού Κώδικα αναφέρει για την άσκηση της γονικής μέριμνας στο σύνολό της. Παρόλα αυτά όμως, εάν οι γονείς ζητήσουν από το δικαστήριο όπως διευθετήσει μόνο την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου, το δικαστήριο, θα πρέπει να ορίσει εν συνόλω την άσκηση της γονικής μέριμνας.
Η πιο ορθή άποψη, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο έχει την ευχέρεια να περιορίσει και να ρυθμίσει το μέρος του περιεχομένου της γονικής μέριμνας, το οποίο έχει να κάνει με το αίτημα των διάδικων γονέων.
Η άσκηση της γονικής μέριμνας ρυθμίζεται από το δικαστήριο, στις κάτωθι περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις, ήτοι όταν έχει γίνει αίτηση διαζυγίου ή ακύρωση του γάμου ή διακοπή της συμβίωσης (σύμφωνα με τις διατάξεις του ΑΚ 1513 και 1514).
Η απόφαση του δικαστηρίου είναι διαπλαστική και προϋπόθεση για να εφαρμοσθεί αποτελεί να ζουν και οι γονείς. Όταν βρίσκεται εν ζωή μόνο ο ένας γονέας τότε η γονική μέριμνα ανήκει αποκλειστικά σε αυτόν. Στον ένα γονέα ανήκει επίσης αυτοδικαίως και όταν αυτός, στον οποίο ανατέθηκε από το δικαστήριο η άσκηση της γονικής μέριμνας, χάσει τη ζωή του. Μέχρι τη ρύθμιση με δικαστική απόφαση της γονικής μέριμνας αυτή ασκείται όπως και πριν το διαζύγιο ή την ακύρωση του γάμου ή τη διακοπή της συμβίωσης, ήτοι από κοινού. Επομένως κατά την κρατούσα άποψη η ρύθμιση της γονικής μέριμνας με απόφαση του δικαστηρίου δεν είναι αναγκαία αλλά επικουρική, υπό την έννοια ότι στην περίπτωση που οι γονείς συνεχίζουν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα, δεν υφίσταται λόγος για δικαστική ρύθμιση.
Στην απόφαση του δικαστηρίου, θα πρέπει να περιλαμβάνονται τα τρέχοντα και καθημερινά θέματα που αφορούν την ανατροφή του τέκνου και όχι τα κρίσιμα. Η ονοματοδοσία, η επιλογή αναδόχου, επιλογή θρησκεύματος, σοβαρή χειρουργική επέμβαση, όλα αυτά είναι μέρος της γονικής μέριμνας και αποφασίζονται από κοινού.
Οι σύζυγοι, που συναποφασίζουν να ακυρώσουν το γάμο τους, υπογράφουν δυνάμει των διατάξεων του αρ. 1441 ΑΚ μια έγγραφη συμφωνία, η οποία κατατίθεται ενώπιον συμβολαιογράφου. Εν συνεχεία, ο συμβολαιογράφος συντάσσει τη συμβολαιογραφική πράξη λύσης του γάμου, αντίγραφο της οποίας κατατίθεται ενώπιον του Ληξιαρχείου που έχει καταχωριστεί η τέλεση του γάμου. Σύμφωνα με το άρθρο 1441 του ΑΚ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 22 παρ. 2 Ν. 4509/22-12-2017, συνάγεται ότι στο συναινετικό διαζύγιο αποτυπώνεται και ο τρόπος επιμέλειας και επικοινωνίας των ανήλικων τέκνων με τους γονείς τους .
Οι διαζευγμένοι γονείς του ανήλικου τέκνου μετά την υπογραφή του συναινετικού διαζυγίου ενώπιον του συμβολαιογράφου, μπορούν να μην προσφύγουν και ενώπιον των δικαστηρίων για τη ρύθμιση του θέματος της επιμέλειας δικαστικά(όπως ορίζεται στο άρθρο 681 ΚΠολΔ και αρ 1513 ΑΚ) , αφού αυτή έχει ήδη καθορισθεί .
Προκειμένου να γίνει εφαρμογή των άρθρων ΑΚ 1513-1514, οφείλουν να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, ήτοι η επέλευση αμετάκλητης λύσης ή ακύρωσης του γάμου, ή ακόμη και διαπιστωθείσα διακοπή της συμβίωσης) και περαιτέρω αμφότεροι οι γονείς να βρίσκονται εν ζωή, χωρίς να έχει εκπέσει κανείς εκ των δύο εκ της γονικής μέριμνας. Σε περίπτωση θανάτου ενός εκ των γονέων, ή κήρυξης αυτού σε αφάνεια, προτού ακυρωθεί ή εκπέσει από την μέριμνα, και ακολούθησε διακοπή της συμβίωσης ή διαζύγιο, δεν εφαρμόζεται η ΑΚ 1513, καθώς θα έχει επέλθει εφαρμογή της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου ΑΚ 1510 και η γονική μέριμνα θα έχει ανατεθεί στον άλλο γονέα. Ίδιο αποτέλεσμα επέρχεται και στην περίπτωση έκπτωσης, θανάτου ή κήρυξης του δικαιούχου σε αφάνεια, ήτοι εφαρμόζεται η ρύθμιση της ΑΚ 1513 για την άσκηση της γονικής μέριμνας. Ο εκάτερος γονέας, αναλαμβάνει αυτοδικαίως κατά το άρθρο ΑΚ 1510 παρ. 2 τη γονική μέριμνα, χωρίς να δημιουργείται ζήτημα της δικαστικής ρύθμισης για την άσκηση της γονικής μέριμνας, όπως ορίζεται στα άρθρα ΑΚ 1513 και 15367. Ομοίως, σε περίπτωση ανάθεσης της άσκησης της γονικής μέριμνας σε έναν εκ των συζύγων, ο οποίος πλέον αδυνατεί να προβεί σε άσκηση αυτής εξαιτίας πραγματικών ή νομικών λόγων, γίνεται αυτοδίκαιη ανάληψη της άσκησης της γονικής μέριμνας από τον εκάτερο σύζυγο. Σε περίπτωση αδυναμίας και αυτού ή έκπτωσης από τη γονική μέριμνα, διορίζεται από το δικαστήριο επίτροπος (ΑΚ 1589).
Α) Ανάθεση στον ένα Γονέα
Στην περίπτωση που το δικαστήριο αναλαμβάνει να ορίσει την άσκηση της γονικής μέριμνας, η πιο συνηθισμένη λύση είναι η ανάθεση της άσκησης στον ένα γονέα, ο οποίος κρίνεται και ως καταλληλότερος. Χωρίς τούτο να συνεπάγεται ότι με την συγκεκριμένη ανάθεση ο έτερος γονέας είναι ακατάλληλος, καθώς σε περίπτωση που πεθάνει ή εκπέσει της γονικής μέριμνας ο γονέας στον οποίο ανατέθηκε η άσκηση, την άσκηση αναλαμβάνει ο άλλος γονέας.
Πιο συγκεκριμένα, το συμφέρον του τέκνου απαιτεί αρχικά την παρουσία και των δύο γονέων του, εκτός από την περίπτωση που τούτο είναι αδύνατο. Πρέπει σαν ικανοποιητική και επαρκή λύση να επιλέγεται εκείνη που θα έχει την περαιτέρω βελτίωση του ανηλίκου τέκνου, με την ελάχιστη επιβάρυνση του από τις συνέπειες λύσης του γάμου των γονέων του.
Τις περισσότερες φορές η ανάθεση της γονικής μέριμνας γίνεται στον εκείνον που έχει την δυνατότητα να παρέχει τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης (σωματικής, ψυχικής, ηθικής και διανοητικής) του ανηλίκου και την αμέριστη συναισθηματική και ηθική στήριξη του. Και τούτο επιλέγεται για να μην χειροτερεύει η ήδη κλονισμένη ψυχολογική του κατάσταση, λόγω της διάστασης της έγγαμης συμβίωσης των γονέων του.
Η επικρατούσα κατά την νομολογία άποψη των δικαστηρίων μας ότι η επιμέλεια των νεαρής ηλικίας τέκνων πρέπει να ανατίθεται στη μητέρα χάνει όλο και περισσότερο έδαφος εν όψει των νεότερων επιστημονικών ερευνών. Οι σύγχρονες έρευνες απέδειξαν ότι η μητέρα είναι μεν αναγκαία για τους πρώτους μετά την γέννηση μήνες ανατροφή του τέκνου, δύναται, όμως και ο πατέρας να αποτελέσει το πρόσωπο πλέον κατάλληλο για την ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη του παιδιού.
Η αντίθετη άποψη, ήτοι ότι ο πατέρας αποτελεί πρόσωπο λιγότερο κατάλληλο και ικανό σε σχέση με τη μητέρα ως προς την γαλούχηση του ανηλίκου τέκνου, είναι πλέον αναχρονιστική και ξεπερασμένη. Η ισότητα των δύο φύλων αποτελεί απόρροια για ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις και ως προς την γονική μέριμνα. Ο άνδρας κρίνεται εξίσου ικανός με τη γυναίκα για να μεγαλώσει το ανήλικο παιδί του, οιοδήποτε φύλου και αν είναι.
Β) Άσκηση από κοινού
Σε περίπτωση που οι γονείς συμφωνούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα παρόλο που έχει εκδοθεί διαζύγιο και ως εκ τούτου έχει επέλθει η λύση του γάμου τους, το δικαστήριο πρέπει να εφαρμόσει την απόφασή τους υπό τον όρο ότι έχουν συναποφασίσει και για τον τόπο κατοικίας του παιδιού τους.
Επίσης, το δικαστήριο δύναται όπως αναθέσει να ασκούν από κοινού ορισμένα καθήκοντα περιεχομένου της γονικής μέριμνας , ενώ το υπόλοιπο μέρος μπορεί να το αναθέσει αποκλειστικά στον ένα γονέα.
Η συμφωνία των γονέων δεν απαιτείται να περιβληθεί οποιονδήποτε τύπο και δεν είναι δεσμευτική για το δικαστήριο, το οποίο αποβλέποντας στο πραγματικό συμφέρον του τέκνου μπορεί να επιβάλλει διάφορη λύση ως προς το νομικό χαρακτηρισμό της συμφωνίας αυτής σημειώνεται ότι δε συνιστά δικαιοπραξία δεδομένου ότι στις περισσότερες περιπτώσεις αποβλέπει μόνο στη διαμόρφωση μιας οικογενειακής σχέσης ως πραγματικής κατάστασης.
Σχετικά με την επιλογή του τόπου διαμονής του τέκνου νοείται η κατοικία στην οποία θα μένει με τον έναν από τους γονείς ή κάποιον τρίτο σε περίπτωση που τυχόν επέλθει μεταβολή του ορισθέντος τόπου διαμονής του παιδιού. Τότε απαιτείται από κοινού απόφαση των ασκούντων τη γονική μέριμνα γονέων του, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός του τόπου διαμονής του τέκνου περιλαμβάνεται στην επιμέλεια του προσώπου του, που με τη σειρά της αποτελεί ειδικότερη έκφανση του λειτουργήματος της γονικής μέριμνας.
Γ) Κατανομή στην Άσκηση
Το άρθρο 1513 ΑΚ μεταξύ των δυνατών λύσεων για την άσκηση της γονικής μέριμνας, περιλαμβάνει και την κατανομή στην άσκηση, η οποία μπορεί να είναι λειτουργική άλλως χρονική ή και τυχόν συνδυασμός και των δύο. Στην μεν λειτουργική κατανομή ορίζεται πως ένα μέρος της άσκησης γονικής μέριμνας θα γίνεται από έναν γονέα και το υπόλοιπο από τον έτερο γονέα. Στη δε χρονική κατανομή προβλέπεται η άσκηση της γονικής μέριμνας για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο από τον ένα γονέα ενώ για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα, η άσκηση θα γίνεται από τον έτερο γονέα. Στην περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει να κατανείμει λειτουργικά την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων δύναται να αναθέσει και στους δύο γονείς από κοινού την άσκηση ενός μέρους μόνο του περιεχομένου της γονικής μέριμναςή ακόμα και ορισμένων λειτουργιών της, ενώ το υπόλοιπο μέρος της γονικής μέριμνας (π.χ. την επιμέλεια) μπορεί να το αναθέσει αποκλειστικά στον ένα γονέα.
Βάσει των διατάξεων του άρθρου 1441παρ.3 ΑΚ, το έγγραφο συμφωνητικό των συζύγων ρυθμίζει την επιμέλεια των τέκνων και την επικοινωνία με αυτά και αποτελεί λειτουργική κατανομή της γονικής μέριμνας, δεδομένου ότι ο ένας γονέας ασκεί την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου. Σε κάθε περίπτωση και οι δύο είναι επιφορτισμένοι με τον έλεγχο της περιουσίας του και την εκπροσώπηση του. Χρονική κατανομή σημαίνει άσκηση εναλλάξ της γονικής μέριμνας.
Δ) Η ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας σε τρίτο πρόσωπο
Το Δικαστήριο αναθέτει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε τρίτο πρόσωπο μόνο κατόπιν κρίσης του περί της ακαταλληλότητας αμφότερων των γονέων. Ωστόσο, έχει υποστηριχθεί και η άποψη ότι δύναται να ανατεθεί η άσκηση γονικής μέριμνας σε τρίτο πρόσωπο, και εφόσον ο τελευταίος κρίνεται περισσότερο κατάλληλος σε σύγκριση και με τους δύο γονείς.
Σύμφωνα με την διάταξη του ΑΚ 1589, με την θέση του τρίτου ως επιτρόπου του τέκνου, δεν παύει να υφίσταται η γονική μέριμνα. Επ’ ουδεμία περίπτωση όμως, ασκείται η αγωγή του άρθρου 1513 ΑΚ από τρίτο πρόσωπο, καθώς εν αντιθέσει όπως ορίζεται ρητώς στο άρθρο ΑΚ 1532, τα πρόσφορα μέτρα δύνανται να απαιτηθούν και από τους πλησιέστερους συγγενείς ή από τον εισαγγελέα. Η αγωγή του άρθρου ΑΚ 1513, δεν μπορεί να ασκηθεί από τρίτο πρόσωπο, αν οι γονείς δεν προσφύγουν στο δικαστήριο. Ο τρίτος, έχει ωστόσο τη δυνατότητα, τηρουμένων των προϋποθέσεων της ΑΚ 1532, ήτοι, τη στενή συγγένεια με τους γονείς και την κακή άσκηση γονικής μέριμνας από τους τελευταίους, να αιτηθεί από το Δικαστήριο την αφαίρεση της άσκησης της γονικής μέριμνας από τους γονείς. Πρέπει όμως περαιτέρω, να πληρούται η προϋπόθεση, οι γονείς να βρίσκονται σε διάσταση ή να έχουν χωρίσει ή ο γάμος τους να έχει ακυρωθεί, ώστε το Δικαστήριο να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον αιτούμενο τρίτο ως επίτροπο13. Προκύπτει δηλαδή το συμπέρασμα, ότι σε περίπτωση κρίσης του Δικαστηρίου περί της ακαταλληλότητας των γονέων αναφορικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου τους δύναται να αναθέσει αυτή σε τρίτο πρόσωπο, ως επιτρόπου, όπως ορίζει το άρθρο 1589ΑΚ, επομένως στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται διατάξεις που αφορούν την επιτροπεία ανηλίκου (ΑΚ 1580 επ.). Ο οριζόμενος ως άνω επίτροπος, στον οποίο ανατίθεται η άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου, είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, στενό συγγενικό πρόσωπο του τέκνου. Το δικαστήριο δε, διερευνά, το ήθος του, τις βιοτικές συνθήκες, το δεσμό του με το ανήλικο, και γενικώς την καταλληλότητά του και το ενδιαφέρον του προς το τέκνο.
ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ ΤΗΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Ως παράβαση των υποχρεώσεων των γονέων ορίζεται η ελλιπής εκπλήρωσή τους βάσει του οικονομικοκοινωνικού και πνευματικού τους υπόβαθρου, ήτοι οιοδήποτε καθήκον και υποχρέωση έχουν ως προς τα τέκνα τους για την ανατροφή , τον έλεγχο της περιουσίας τους και την αντιπροσώπευσή τους ενώπιον των δικαστικών ή διοικητικών αρχών. Η νομολογία των δικαστηρίων μας έχει προχωρήσει σε έκδοση αρκετών αποφάσεων , οι οποίες συνδέονται με τα πλημμελή καθήκοντα των γονέων.
Η παράβαση των καθηκόντων των γονέων ως μορφή κακής άσκησης της γονικής μέριμνας έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την νομολογία.
Κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις κακής άσκησης γονικής μέριμνας αποτελούν η υπογραφή συμφωνητικού πώλησης του τέκνου, η απόπειρα μείωσης της προσωπικότητάς του λόγω φύλου (θήλυ), αλλά και η δημιουργία του αισθήματος ότι αποτελεί μη επιθυμητό μέλος στην οικογένεια, η συναίνεση στην κακομεταχείριση από άλλους ή ύπαρξη φθόνου της συζύγου του και μητριάς των παιδιών, η αναγκαστική εργασία στο τέκνο, η οποία είναι δυσανάλογη ως προς τις δυνάμεις του και τις ικανότητές του, η δουλεία, η οικονομική εκμετάλλευση του τέκνου, η διενέργεια πράξεων που είναι αντίθετες προς το συμφέρον του τέκνου.
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ 7ης ΜΑΪΟΥ 2021
Με βάση όσα ισχύουν και εφαρμόζονται στο Γαλλικό, Γερμανικό και Αγγλικό Οικογενειακό Δίκαιο συμπεραίνουμε ότι η Διεθνής ροπή δείχνει ως πιο ενδεδειγμένη και εφαρμοστέα λύση αυτή της συνεπιμέλειας. Σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δίδεται η δυνατότητα στους γονείς να καθορίσουν τη μέθοδο άσκησης των επιμέρους δικαιωμάτων και υποχρεώσεων τους και το δικαστήριο επεμβαίνει σε ελάχιστες περιπτώσεις και κατ΄ εξαίρεση.
Σχεδόν σαράντα χρόνια αργότερα μετά την εφαρμογή του ν. 1329/1983, ο οποίος άλλαξε την χαρακτήρα του Οικογενειακού Δικαίου, επιχειρείται στην Ελλάδα μέσω της ψήφισης ενός νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης η αναδιαμόρφωση εκ νέου των διατάξεων που ρυθμίζουν τις σχέσεις γονέων και τέκνων.
Ο συγκεκριμένος νόμος αποσκοπεί στο συμφέρον του παιδιού το οποίο θα εκπληρώνεται από την ανατροφή του και από τους δύο γονείς. Οι διατάξεις του ερμηνεύονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις, που δεσμεύουν τη Χώρα, ειδικά με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας που κυρώθηκε με τον ν. 4531/2018 (Α’62), και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δικαιολογούν τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτές.
Σκοπός του συγκεκριμένου νόμου είναι η αλλαγή των σχέσεων ανάμεσα στους γονείς και στο τέκνο μετά από την διακοπή της συμβίωσης, το διαζύγιο την ακύρωση του γάμου ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης.
Επίλογος
Συμπερασματικά, η κοινή άσκηση της κοινής γονικής μέριμνας, μετά από το διαζύγιο, αποτελεί την πιο συμφέρουσα λύση για το τέκνο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βοηθάει να διατηρηθεί ένα πρότυπο στις γονεϊκές σχέσεις, παρόλο που δεν υπάρχει έγγαμη συμβίωση.
Οι διαζευγμένοι γονείς έχουν την υποχρέωση να παραμείνουν ενεργοί στη διαπαιδαγώγηση των τέκνων τους και να έχουν ουσιαστικό και ισότιμο ρόλο στην καθημερινότητα τους, δεδομένου ότι η υγιής ψυχο-συναισθηματική ανάπτυξη των τέκνων και η ανάπτυξη ολοκληρωμένης προσωπικότητας προϋποθέτει ενεργούς δεσμούς και με τους δύο γονείς του.
Η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας αποτελεί την ιδανική λύση καθώς δίνει τη δυνατότητα και στους δύο γονείς να έχουν ενεργό ρόλο και να εξασφαλίζουν τη διαρκή επικοινωνία με το παιδί. Ωστόσο προϋποθέτει ώριμους γονείς, οι οποίοι είναι αποφασισμένοι να αντιμετωπίσουν τις όποιες προσωπικές τους αντιπαραθέσεις και να λειτουργήσουν προς όφελος και συμφέρον του ανήλικου παιδιού τους.
Δήμητρα Νικολαΐδου