Απόφαση 8270/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή ……….., Πρωτόδικη, η οποία ορίσθηκε κατόπιν κληρώσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3327/2005.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 5η Σεπτεμβρίου 201 8, δίχως τη σύμπραξη Γραμματέως, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …………… του …………, κατοίκου ……….., επί της οδού …….. αριθμ. …, με Α.Φ.Μ. …… (Δ.Ο.Υ ……), ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου, ……… (Α.Μ. ΔΣΑ ……).
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1. ………. του ……., κατοίκου ………., επί της οδού ……….. αριθμ. …, 2. …………… του …………., κατοίκου ομοίως, 3.………. του …….., κατοίκου ομοίως, 4. …………. του ………., κατοίκου ομοίως, 5…………….. του ………………., κατοίκου ……………, επί της οδού ………………αριθμ. ……, 6. ……….. του …………., κατοίκου ομοίως, 7. ………………του ……………, κατοίκου ομοίως, 8. ……….. του…………, κατοίκου ……………, επί της οδού ……….αριθμ. …..και 9. ………… του ……………., κατοίκου ομοίως, από τους οποίους οι πρώτος, δεύτερος, τέταρτος, έκτος, έβδομος και όγδοη παραστάθηκαν στο ακροατήριο μετά, ενώ η τρίτη, η πέμπτη και ο ένατος παραστάθηκαν στο ακροατήριο διά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου, Νικολάου Νικολαΐδη (Α.Μ. ΔΣΑ …………).
Ο αιτών ζητεί να γίνει δεκτή η από 17.7.2018 αίτησή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……/……../17.7.2018, προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής (την 5η.9.201 8) και εκφωνήθηκε από το οικείο έκθεμα.
Κατά τη συζήτηση της ως άνω αιτήσεως από το οικείο έκθεμα, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί, καθώς και όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 682 παρ. 1 και 688 παρ. 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι απαραίτητη, εκτός των άλλων, προϋπόθεση για τη λήψη κάθε ασφαλιστικού μέτρου είναι η συνδρομή επείγουσας περίπτωσης ή επικείμενου κινδύνου, εξαιτίας των οποίων επιβάλλεται για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης να ληφθούν τα κατάλληλα συντηρητικά ή ρυθμιστικά μέσα προσωρινής προστασίας (βλ. ΜΠρΑΘ 3066/99 Δ 1999. 521, ΜονΠρΑΘ 5217/99 Δ 1999. 759, ΜονΠρΑΘ 12504/99 ΕΕμπΔ 1999. 406, ΜονΠρΑΘ 22493/94 Δνη 37. 707, ΜονΠρΧαλκ 686/91 Δ 23. 262). Απαιτώντας ο νόμος επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, που δικαιολογείται από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών κάποιου συγκεκριμένου κινδύνου ματαίωσης της απαίτησης ή επείγουσας περίπτωσης της παρούσας στιγμής, η οποία είναι πιεστική και ανεπίδεκτη αναβολής και απαιτεί άμεση ρύθμιση ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ανεπανόρθωτων ή δύσκολα αναστρέψιμων καταστάσεων (βλ ΜονΠρΑΘ 3066/99 Δ 30. 521, ΜονΠρΑΘ 31965/95 ΑρχΝ 690, ΜονΠρΑΘ 22493/94 Δνη 37. 707, ΜονΠρΑΘ 8650/91 ΝοΒ 1992. —“304, ΜονΠρΑΘ 1 8488/87 ΝοΒ 30. 1254), επείγουσα δε περίπτωση υφίσταται, όταν η ρυθμιστέα σχέση απαιτείται να ρυθμιστεί επειγόντως με δικαστική παρέμβαση, λόγω της ανάγκης για τη γρήγορη απόλαυση του ασφαλιστέου ουσιαστικού δικαιώματος από μέρους του δικαιούχου, έτσι ώστε, ενόψει και της βραδύτητας της οριστικής επίλυσης της διαφοράς, να μην προξενηθεί ουσιώδης και αναπότρεπτος κίνδυνος και υπάρχει όταν η βλάβη, που απειλείται απ’ αυτόν, είναι πολύ κοντά και επικρέμαται στο πράγμα ή τους διαδίκους (βλ. ΜονΠρΘεσ 41417/08 Αρμ 2009. 1389, ΜονΠρωτΠειρ 232/95 Δ 26.595, ΜονΠρΑΘ 8650/91 Α’ρχΝ 43. 363, ΜονΠρΑΘ 14720/89 Δ 21.155). Ο κίνδυνος, δηλαδή, δεν αρκεί να είναι απλά και μόνο ενδεχόμενος, αλλά πρέπει να επίκειται άμεσα η βλάβη, η δημιουργούσα την έννοια του κινδύνου. Σε περίπτωση ανυπαρξίας ή μη πιθανολόγησης των πιο πάνω προϋποθέσεων, δεν δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, τα οποία αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, κατά τον οποίο τα εξαναγκαστικά μέτρα κατά κάποιου προσώπου διατάσσονται και λαμβάνονται μόνο μετά την οριστική και τελεσίδικη διάγνωση της απαιτήσεως και με τις εγγυήσεις και διατυπώσεις της τακτικής διαδικασίας (ΜΠρΑΘ 1 163/98 ΔΕΝ 1999. 1506, ΜονΠρωτΑΘ 8650/91 ΝοΒ 40. 304). Ειδικότερα, για την αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της για το μέλλον κατ’ άρθρο 57 ΑΚ, Θα πρέπει η προσβολή να είναι ενεργός, θεωρείται δε υφισταμένη και ενεργός, όταν προηγήθηκε και υπάρχει κίνδυνος επανάληψης ή επίκειται στο μέλλον. Μόνη, δηλαδή, η πιθανότητα μελλοντικής προσβολής δεν αρκεί για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, αφού η προσβολή πρέπει να έχει ήδη επέλθει και να είναι ενεστώσα. Αν η προσβολή έχει λήξει, η άρση των αποτελεσμάτων επιτυγχάνεται με τη διάταξη του άρθρου 59 ΑΚ. Για την αξίωση δε, παράλειψης προσβολής στο μέλλον δεν αρκεί η επίκληση μιας υποθετικής απειλής, αλλά πρέπει να υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που να καθιστούν σφόδρα πιθανό ότι ο εναγόμενος θα συμπεριφερθεί κατά ορισμένο τρόπο (I. Καράκωστας, Αστικός Κωδιξ, Ερμηνεία – Σχόλια – Νομολογία τόμος α’, άρθρο 57, παρ. 555 – 556, σελ. 329, ΜονΠρΛαρ 1 145/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Πρέπει, επομένως, να υπάρχει ανάγκη έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, που δικαιολογείται από την ύπαρξη και συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών συγκεκριμένου κινδύνου ματαίωσης της απαίτησης ή επείγουσας περίπτωσης της παρούσας στιγμής, ενώ η πάροδος του χρόνου για την άσκηση τακτικής αγωγής, θα επιφέρει ουσιώδη βλάβη στο αντικείμενο του δικαιώματος (ΜονΠρΛαμ 60/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑΘ 4901/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αίτησή του, επικαλούμενος ο αιτών, …………… του ……….., επείγουσα περίπτωση και επικείμενο κίνδυνο, στο πλαίσιο επαναλαμβανόμενης παράνομης προσβολής της προσωπικότητάς του εκ μέρους των καθ’ ων, με εξυβριστική προσβλητική και απειλητική συμπεριφορά σε βάρος του, καθώς και με την πρόκληση σωματικής του βλάβης στις 4.5.2018, σύμφωνα με τα αναλυτικά διαλαμβανόμενα στο δικόγραφο της αιτήσεώς του, ζητεί την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης με τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί να υποχρεωθούν οι καθ’ ων να παραλείπουν στο μέλλον την προσβολή της προσωπικότητας (με ύβρεις και με απειλές), καθώς και της σωματικής ακεραιότητάς του, την οιαδήποτε διαπροσωπική επικοινωνία με τον ίδιο, είτε διά ζώσης, είτε διά τεχνολογικών μέσων (μέσω αποστολής μηνυμάτων διά τηλεφώνου κ.ο.κ.), καθώς και να απαγορευθεί σε αυτούς, τόσο να προσεγγίζουν τον αιτούντα σε απόσταση μικρότερη των πενήντα (50) μέτρων, όσο και να επισκέπτονται την οικία αυτού και να παρακολουθούν τον ίδιο και την οικία του, με την απειλή χρηματικής ποινής ύψους τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και προσωπικής κράτησης ενός (1) μηνός, για οιαδήποτε παράβαση των διατάξεων της απόφασης αυτής, όπως επίσης να καταδικασθούν οι αντίδικοί του στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης.
Με το περιεχόμενο και αίτημα αυτό, η ένδικη αίτηση παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδίου Δικαστηρίου τούτου, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 22, 682 παρ. 1, 683 παρ. 1, 686 επ., 731 ΚΠολΔ). Είναι δε νόμιμη, καθώς ερείδεται στις διατάξεις των άρθρων 57 ΑΚ, 308, 333, 361 ΠΚ, 176, 191 παρ. 2, 731, 732 και 947 παρ. 1 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, …………… και ……………., αντίστοιχα, που εξετάσθηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, των εγγράφων, που νομίμως προσκομίζονται από τους διαδίκους, μεταξύ των οποίων και οι φωτογραφίες που προσκομίζονται από τον αιτούντα και δεν αμφισβητείται η γνησιότητά τους (άρθρα 444 παρ. 1 γ,438 και 457 ΚΠολΔ, ΑΠ 1 133/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), των με αριθμούς ……./7.6.2018 και ………/6.7.2018 ενόρκων βεβαιώσεων του ………… και της ……………, αντίστοιχα, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, που προσκομίζονται από τον αιτούντα και οι οποίες, μολονότι λήφθηκαν, δίχως προηγούμενη κλήτευση των καθ’ ων η αίτηση, λαμβάνονται, ωστόσο, υπόψη από το Δικαστήριο τούτο, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, κατά την οποία επιτρέπεται κάθε μέσο, που είναι πρόσφορο προς σχηματισμό πιθανότητας, σχετικά με την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών, ακόμη και αν αυτό το αποδεικτικό μέσο δεν πληροί τους όρους του νόμου (άρθρα 690 παρ. 1, 691 παρ. 1, 695 και 106 ΚΠολΔ, ΑΠ 1 857/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), από όλα όσα αναπτύχθηκαν από τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων στο ακροατήριο, αλλά και με τα έγγραφα σημειώματά τους, καθώς επίσης και από όλη, γενικά, τη διαδικασία, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, ……… του ……….., είναι πλήρης κύριος, νομέας και κάτοχος ακινήτου, ήτοι οικοπέδου με οικοδομή, αποτελούμενη από ισόγειο και πρώτο υπέρ το ισόγειο όροφο, εκτάσεως 1.410,38 τετραγωνικών μέτρων περίπου, που βρίσκεται …………επί της οδού …… αριθμ. ….. Οι καθ’ ων η ένδικη αίτηση, κατοικούν μόνιμα σε όμορα της ως άνω ιδιοκτησίας του, ακίνητα, ήτοι ειδικότερα, η όγδοη και ο ένατος από αυτούς ……σε ακίνητο, που κείται βόρεια του ακινήτου του αιτούντος, η πέμπτη, ο έκτος και ο έβδομος των καθ’ ων ……. σε ακίνητο δυτικά του ακινήτου του αιτούντος και ο τέταρτος, ο πρώτος, ο δεύτερος και η τρίτη των καθ’ ων (ήτοι ο πρώτος εξάδελφος, οι δύο υιοί του και η νύφη του) σε ακίνητο δυτικά της ιδιοκτησίας του αιτούντος. Στις 4.5.2018 και περί ώρα μεταξύ 20:15 και 20:18, ο αιτών βρισκόταν στην αυλή του ακινήτου του και ειδικότερα, στον εξωτερικό χώρο όπισθεν της οικίας αυτού, που συνορεύει με ακίνητο ιδιοκτησίας της πέμπτης των καθ’ ων, …………, πρώτης του εξαδέλφης και μητέρας του έκτου των αντιδίκων του, ……… του …… Αντιστοίχως, ο έκτος των καθ’ ων, βρισκόταν στην αυλή του ακινήτου ιδιοκτησίας της μητέρας του, στο σημείο, όπου αυτή συνόρευε με το ακίνητο κυριότητας του αιτούντος. Κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο, πιθανολογήθηκε ότι δημιουργήθηκε ένα φραστικό επεισόδιο μεταξύ των δύο ανδρών, ήτοι του αιτούντος και του έκτου των καθ’ ων, καθώς ο πρώτος είχε προηγουμένως εξυβρίσει την υπερήλικη, άνω των ογδόντα ετών, μητέρα του συγκεκριμένου αντιδίκου του, ήτοι την πέμπτη των καθ’ ων, με αφορμή την απόληξη υδάτων του πλυντηρίου της στα εσπεριδοειδή δένδρα εντός του ακινήτου του αιτούντος. Κατά τη διάρκεια του έντονου αυτού διαπληκτισμού μεταξύ των δύο ως άνω διαδίκων, προσήλθαν στο σημείο, όπου βρισκόταν ο έκτος των καθ’ ων, τόσο ο τέταρτος, όσο και ο πρώτος και ο δεύτερος των καθ’ ων, ήτοι ο ………. . και οι …………, αντιστοίχως, διαμαρτυρόμενοι στον αιτούντα, αναφορικά με τη γενικότερη ερειστική του συμπεριφορά απέναντι στους ιδίους και στις οικογένειές τους. Στο πλαίσιο ανταλλαγής εξυβρίσεων μεταξύ του αιτούντος και των ως άνω αντιδίκων του, ο πρώτος των καθ’ ων, εισήλθε εντός του οικοπέδου του αιτούντος και έπληξε τον τελευταίο, με γροθιά, στον αριστερό του οφθαλμό, προκαλώντας σε αυτόν κάκωση του αριστερού οφθαλμικού κόγχου και, συνεπεία της πτώσης του αιτούντος στο έδαφος, των δεξιών κατωτέρων πλευρών αυτού (πρβλ. σχετικά τη με αριθμό πρωτοκόλλου ……./6.7.2018 ιατρική βεβαίωση — γνωμάτευση του Α’ Χειρουργικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου Αττικής «Κοργιαλένειο – Μπενάκειο», ως προς την κατάσταση υγείας του ασθενούς). Προς αποσόβηση του συγκεκριμένου επεισοδίου εισήλθαν αμέσως στο σημείο, ήτοι στο ακίνητο ιδιοκτησίας του αιτούντος, οι δεύτερος και έκτος των καθ’ ων, προκειμένου να διακόψουν το διαπληκτισμό μεταξύ των ως άνω αντιδίκων, δίχως να πιθανολογείται η πρόκληση σωματικής βλάβης του αιτούντος εκ μέρους τους. Χρήζει δε να σημειωθεί ότι, λίγα δευτερόλεπτα μετά την απομάκρυνση του πρώτου, του δεύτερου και του έκτου των καθ’ ων από το σημείο, όπου έλαβε χώρα το συγκεκριμένο συμβάν, επανήλθε ο αιτών, επιχειρώντας εκ νέου να προκαλέσει λεκτικά τους ίδιους και τους λοιπούς συγγενείς τους, με αποτέλεσμα να επιχειρήσει να εισέλθει στο σημείο και ο τέταρτος των καθ’ ων η ένδικη αίτηση ζητώντας του το λόγο για τη συμπεριφορά του. Εντούτοις και ο διάδικος αυτός, προς αποφυγή περαιτέρω επεισοδίων, εμποδίστηκε, από συγγενικό του πρόσωπο, στο να προσεγγίσει τον αιτούντα και αποχώρησε, δίχως να προκαλέσει στον τελευταίο οιαδήποτε σωματική βλάβη. Ακολούθως, ο αιτών, ο οποίος παρέμεινε στο συγκεκριμένο χώρο της οικίας του, εξακολούθησε να καταφέρεται έντονα σε βάρος των ως άνω αντιδίκων του, δίχως να εμφορείται από ιδιαίτερο τρόμο ή ανησυχία για την οιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητάς του και της σωματικής του ακεραιότητας από την πλευρά τους. Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά πιθανολογήθηκαν και από την επισκόπηση των προσκομιζομένων από τον ίδιο τον αιτούντα, φωτογραφικών απεικονίσεων, στις οποίες αποτυπώνεται το προεκτεθέν συμβάν, όπως καταγράφηκε από την κάμερα ασφαλείας που είχε τοποθετηθεί σε συγκεκριμένο χώρο της ιδιοκτησίας του αιτούντος. Πρέπει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι δεν πιθανολογείται η προσβολή της προσωπικότητας, μέσω απειλών και εξυβρίσεων, ακόμη δε περισσότερο, της σωματικής ακεραιότητας του αιτούντος εκ μέρους οιουδήποτε άλλου των καθ’ ων, ήτοι της τρίτης, της πέμπτης, καθώς και της όγδοης και του ένατου των καθ’ ων. Άλλωστε, σύμφωνα και με το προσκομιζόμενο, από τον ίδιο τον αιτούντα, απόσπασμα του ημερησίου δελτίου οχήματος με αριθμό ΕΑ-…. της Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης .Αττικής, αναφορικά με το συμβάν της 4ης.5.2018, ο ίδιος ο αιτών δήλωσε στα αρμόδια αστυνομικά όργανα που μετέβησαν στο σημείο, ότι εξυβρίστηκε και απειλήθηκε από τον έκτο των καθ’ ων, ο οποίος εισήλθε στην αυλή της οικίας του, μαζί με άλλα 4 άτομα αγνώστων λοιπών στοιχείων, χτυπώντας τον στο κεφάλι. Επιπρόσθετα, από τη με αριθμό πρωτοκόλλου ………/….2018 ιατρική βεβαίωση του Κέντρου Υγείας …………. προκύπτει ότι ο ίδιος ο ασθενής (νυν αιτών), που προσήλθε στα επείγοντα του ως άνω Κέντρου Υγείας (στις 4.5.2018), ανέφερε ότι δέχθηκε γροθιά στον αριστερό οφθαλμό μετά από έντονο διαπληκτισμό και παρουσίαζε οίδημα, εκχύμωση αριστερής κροταφικής (περιοφθαλμικής) χώρας. Συνοψίζοντας τις ανωτέρω ουσιαστικές παραδοχές, πιθανολογείται ότι ουδείς έτερος των αντιδίκων του αιτούντος, πλην του πρώτου των καθ’ ων η ένδικη αίτηση, έπληξε σωματικά τον αιτούντα και ότι μεταξύ του ιδίου και του δεύτεροί, του τέταρτου και του έκτου των καθ’ ων έλαβαν χώρα, αποκλειστικά, λεκτικοί διαπληκτισμοί. Επιπρόσθετα, αναφορικά με την όγδοη και τον ένατο των καθ’ ων, προκύπτει η παντελής έλλειψη φυσικής τους παρουσίας στο σημείο, όπου έλαβε χώρα το επίμαχο συμβάν της 4ης.5.2018, καθώς και η αδυναμία οπτικής επαφής από το μπαλκόνι της οικίας τους με το εν λόγω σημείο. Λαμβανομένων υπόψη των αποδεικτικών στοιχείων στο σύνολό τους από το Δικαστήριο τούτο, δεν πιθανολογήθηκε ότι, μετά το επεισόδιο που διαδραματίστηκε στις 4.5.201 8, επακολούθησαν έτερα περιστατικά εξυβρίσεων – με λόγο ή με έργο – καθώς και απειλών σε βάρος του αιτούντος εκ μέρους οιουδήποτε των καθ’ ων, που να προσβάλλουν κατά τέτοιο τρόπο την προσωπικότητά του πρώτου και να περιάγουν τον ίδιο σε τρόμο και ανησυχία, στοιχειοθετώντας επείγουσα περίπτωση ή επικείμενο κίνδυνο, που απαιτείται αναγκαίως, κατ’ άρθρο 682 ΚΠολΔ, για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ακόμη δε περισσότερο, στην ένδικη υπόθεση, το στοιχείο τούτο πρέπει να καθίσταται εντονότερο υπό την έννοια ότι, για τη λήψη καταναγκαστικών μέτρων εις βάρος προσώπου, τα οποία ανάγονται στη ρύθμιση και τήρηση ορισμένης συμπεριφοράς στις σχέσεις του με τρίτους, δηλαδή μέτρα εισερχόμενα στην σφαίρα της προσωπικής του ελευθερίας, επιβάλλεται το στοιχείο του επικειμένου κινδύνου ή της επείγουσας περιπτώσεως να είναι τόσο έντονο, ώστε να κρίνονται αναποτελεσματικές οι λοιπές δυνατότητες που παρέχει η πολιτεία στους πολίτες της για τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ τους. Υπό τη συγκεκριμένη θεώρηση των πραγμάτων, το στοιχείο τούτο δεν συντρέχει, με βάση τις προεκτεθείσες ουσιαστικές παραδοχές, καθώς κατέστη προφανές ότι, μετά το επεισόδιο της 4ης.5.20Ι8, δεν εκδηλώθηκε συμπεριφορά εκ μέρους απάντων των καθ’ ων, που να καθιστά επιτακτική τη λήψη των αιτουμένων ασφαλιστικών μέτρων. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται ακόμη περισσότερο και από το γεγονός ότι, μετά το ως άνω περιστατικό της 4ης.5.2018, ο ενάγων κατέθεσε την ένδικη αίτησή του, για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης μεταξύ του ιδίου και των αντιδίκων του, το πρώτον στις 17.7.2018, ήτοι μετά την παρέλευση χρονικού διαστήματος ανώτερου των δύο μηνών, δίχως να πιθανολογείται, άλλωστε, η ύπαρξη έτερων ουσιωδών προσκομμάτων στο πρόσωπό του, που να δικαιολογούν επαρκώς την καθυστέρηση, εκ μέρους του, ως προς την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως. Περαιτέρω, επισημαίνεται, σε κάθε περίπτωση, ότι οιοδήποτε τυχόν μη πιθανό, αλλά και μη αποκλειόμενο, μελλοντικό μεταξύ των διαδίκων πλευρών επεισόδιο, δύναται να αντιμετωπισθεί με την προσφυγή στη δημόσια αστυνομική δύναμη ή την εισαγγελική αρχή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και η δικαστική δαπάνη των καθ’ ων, δεκτού γενομένου του σχετικού αιτήματος τους, που υποβλήθηκε με το νόμιμα και εμπρόθεσμα κατατεθέν έγγραφο σημείωμα αυτών, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του αιτούντος, λόγω της ήττας του, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της αποφάσεως αυτής (άρθρο 176, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του αιτούντος τη δικαστική δαπάνη των καθ’ων, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 27/11/2018, δίχως την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ