+30-210-3633004
·
[email protected]
Contact Now

Αίτηση αναστολής εκτέλεσης πράξης επιβολής προστίμου-Δεκτή η αίτηση- Αναστέλλει εκτέλεση πράξης επιβολής προστίμου

Αριθμός Απόφασης

    1189/2018

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ


/

ΤΟΥ 35ου ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

………………..


συνήλθε στις 8 Ιουνίου 2018, με γραμματέα την …………, δικαστική υπάλληλο,

για να κρίνει την αίτηση αναστολής με χρονολογία κατάθεσης 18.5.2018,

της Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας με την επωνυμία ………………………….. που εδρεύει ……………….., οδός ……………………. αρ. …, όπως εκπροσωπείται νομίμως,

κατά του νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (ΕΦΚΑ), όπως εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Αττικής (ΠΕΚΑ) Αττικής.

Κατά την εξέταση της αίτησης το Δικαστήριο άκουσε τον Νικόλαο Νικολαϊδη, πληρεξούσιο της αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε τους προβαλλόμενους με το δικόγραφο λόγους αναστολής.

Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:

  1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίαςκαταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχ. το με αριθμό ……………… ειδικό έντυπο e-παραβόλου), ζητείται παραδεκτώς η αναστολή εκτέλεσης της ……/18.4.2018 Πράξης Επιβολής Προστίμου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (ΕΥΠΕΑ) Αττικής, με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο συνολικού ποσού 11050,54 ευρώ σε βάρος της αιτούσας εταιρείας, αναλυόμενο ως εξής: α) ποσό 10.550,54 ευρώ για τη μη αναγραφή στονΠίνακα Προσωπικού (Ε4) του εργαζομένου ………., β) ποσό 500 ευρώ για τη μη τήρηση του ισχύοντα πίνακα προσωπικού. Η αναστολή αυτή ζητείται μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ΠΡ ……/2018 προσφυγής, που άσκησε η αιτούσα κατά της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης.
  2. Επειδή, ο κυρωθείς με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α’ 97) Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) ορίζει στο άρθρο 200, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 17 του ν. 3659/2008 (Α’ 77), ότι: «Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδια διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής». Περαιτέρω, στο άρθρο 202 του ίδιου Κώδικα, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τη διάταξη του άρθρου 27 του ν. 4446/2016 (Α’ 240/22.12.2016), ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή μόνο εφόσον ο αϊτών επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη ή αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. 2. Ειδικώς επί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο, το δικαστήριο μπορεί, με την απόφασή του, να ορίσει ότι το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλαμβάνει τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων, για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής, επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, τα οποία αναφέρονται στην απόφαση. 3. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση απορρίπτεται: α) εάν η προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή αβάσιμη, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης είναι ανεπανόρθωτη, β) αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημόσιου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. γ) … 4. … 5. … 6. …».
  3. Επειδή, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, όπως ισχύουν πλέονμετά την τροποποίησή τους με τη διάταξη του άρθρου 27 του ν. 4446/2016 (Α’ 240/22.12.2016), η αναστολή της προσβαλλόμενης πράξης διατάσσεται όταν ο αϊτών επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη ή αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. Όπως δε έχει κριθεί, περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συντρέχει ιδίως όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικράτειας και, πάντως, όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμησή του (ΣτΕ ΕπΑν. 150/2014, 294, 183/2013, 496/2011 κ.ά.), ενώ ως «ανεπανόρθωτη» βλάβη, η αποσόβηση της οποίας καθιστά συνταγματικώς επιβεβλημένη την παροχή προσωρινής προστασίας, νοείται όχι μόνον η κατά κυριολεξία μη αναστρέψιμη, αλλά και εκείνη, της οποίας η αποκατάσταση, υπό τις συγκεκριμένες οικονομικές και λοιπές συνθήκες, είναι για τον διάδικο δυσχερής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει (βλ. ΣτΕ ΕΑ 496/2011). Επομένως, κατά τις νέες διατάξεις του άρθρου 202 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., το Δικαστήριο δύναται πλέον να χορηγεί αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης καθ’ εαυτής και προκειμένου περί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο, ικανοποιώντας πλήρως το αίτημα παροχής δικαστικής προστασίας, όχι μόνο στην περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος, αλλά και στην περίπτωση κατά την οποία η στάθμιση αγαθών επιτάσσει το πλήρες ανασταλτικό αποτέλεσμα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης. Παρέχεται, όμως, παραλλήλως όσον αφορά τις εν λόγω διαφορές η δυνατότητα στο Δικαστήριο να διατάσσει, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε κατόπιν αιτήματος της Διοίκησης, την εξαίρεση από το ανασταλτικό αποτέλεσμα περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, όταν κρίνει ότι η λήψη αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη της οφειλής του επί των στοιχείων αυτών δεν συνεπάγεται ανεπανόρθωτη βλάβη του.
  4. Επειδή, στην κρινόμενη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η αιτούσα εταιρεία διατηρεί επιχείρηση καφετέριας στο ………. (οδός ………….. αρ…..). Κατά τον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε στο κατάστημά της στις 11.4.2018 και ώρα 22.50, βρέθηκαν να εργάζονται τρία άτομα, ανάμεσα στα οποία και ο………, με την ειδικότητα του μπουφετζή και επιδείχθηκε ο ισχύων πίνακας προσωπικού. Σύμφωνα όμως με τα πορίσματα των ελεγκτών, κατόπιν επανελέγχου στην υπηρεσία, διαπιστώθηκε ότι ο εργαζόμενος αυτός καταχωρήθηκε μεταγενέστερα σε ενιαίο έντυπο Ε3- Ε4, ήτοι μετά την ώρα του επιτοπίου ελέγχου (βλ. σχ. το με ημερομηνία 14.4.2018 Δελτίο Ελέγχου). Κατόπιν αυτών συντάχθηκε η προσβαλλόμενη (Μ…../18.4.2018) Πράξη Επιβολής Προστίμου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (ΕΥΠΕΑ) Αττικής, με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο συνολικού ποσού 11.050,54 ευρώ σε βάρος της αιτούσας εταιρείας, αναλυόμενο ως εξής: α) ποσό 10.550,54 ευρώ για τη μη αναγραφή στον Πίνακα Προσωπικού (Ε4) του εργαζομένου …….. και β) ποσό 500 ευρώ για τη μη τήρηση του ισχύοντα πίνακα προσωπικού. Κατά της πράξης αυτής η αιτούσα άσκησε την ΠΡ …./2018 προσφυγή, υποστηρίζοντας ότι σε ουδεμία παράβαση υπέπεσε, καθώς ο ….. είχε προσληφθεί για να εργαστεί την ημέρα του ελέγχου (14.4.2018) με ωράριο 23.00 έως 3.00 π.μ. της 15ης.4.2018, η δε αναγγελία της πρόσληψής του έλαβε χώρα ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ» την προηγούμενη ημέρα, ήτοι στις 13.4.2018 και ώρα 16.02. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη της κοινοποιήθηκε εκπροθέσμως, ήτοι μετά την πάροδο των πέντε ημερών από την ημερομηνία διενέργειας του ελέγχου, ενώ επιπλέον, η υπουργική απόφαση (Φ…../…/…./12.6.2014) του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, δυνάμει της οποίας καταλογίστηκε το επίδικο πρόστιμο κείται εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης. Περαιτέρω, προέβαλε ότι η απόφαση επιβολής προστίμου εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου και τέλος ότι είναι παράνομη, καθώς εκδόθηκε χωρίς να κληθεί προηγουμένως σε ακρόαση, κατά παράβαση του άρ. 20 του Συντάγματος. Ήδη με την υπό κρίση αίτηση ζητεί να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, προβάλλοντας καταρχάς ότι η προσφυγή της είναι προδήλως βάσιμη για τους ανωτέρω αναφερόμενους λόγους, καθώς και ότι τυχόν άμεση καταβολή του επιβληθέντος προστίμου θα της προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη, διότι η επιχείρησή της είναι νέα, ξεκίνησε να λειτουργεί το Σεπτέμβριο του 2017 ως καφέ- σνακ- μπαρ στην περιοχή του ……, μέσα σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού και οικονομικής δυσπραγίας, ότι τα έσοδά της δεν υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ μηνιαίως, ενώ τα έξοδά της ξεπερνούν τα 6.000 ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτά το μηνιαίο μίσθωμα και οι δαπάνες μισθοδοσίας περίπου 15 υπαλλήλων, ύψους περίπου 3.000 ευρώ πλέον των ασφαλιστικών εισφορών ύψους περίπου 1.000 ευρώ. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της προσκομίζει και τα εξής: α) έγγραφο της ΑΑΔΕ, από το οποίο προκύπτει ότι η αιτούσα επιχείρηση, με κύρια δραστηριότητα «υπηρεσίες παροχής ποτών» ξεκίνησε τη δραστηριότητά της στις 2.2.2017, β) φωτοαντίγραφο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2.2.2017 έως 31.12.2017, από την οποία προκύπτει ότι η αιτούσα κατά το έτος αυτό πραγματοποίησε ζημίες ύψους 13.549,40 ευρώ και της επιβλήθηκε τέλος επιτηδεύματος ύψους 916,67 ευρώ, γ) την με ημερομηνία 14.4.2018 ατομική σύμβαση μερικής απασχόλησης, από την οποία προκύπτει ότι η αιτούσα προσέλαβε τον ………. με την ειδικότητα του μπουφετζή για το διάστημα 14.4.2018 έως 15.4.2018 και για 4 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως, δ) μια εκτύπωση Συγκεντρωτικής Κατάστασης Μισθοδοσίας, από την οποία προκύπτει ότι η αιτούσα κατά το μήνα Μάρτιο 2018 απασχολούσε 16 εργαζόμενους, ανάμεσα στους οποίους και τον ………..
  5. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και τις διατάξεις που παρατέθηκαν, όπως ερμηνεύτηκαν, προκύπτει ότι οι προβαλλόμενοι με την από 17.3.2018 προσφυγή λόγοι ακύρωσης της προς αναστολή πράξης δεν παρίστανται προδήλως βάσιμοι, καθόσον προϋποθέτουν ενδελεχή έρευνα του νομικού και πραγματικού μέρους της υπόθεσης, ιδιαίτερα μάλιστα ενόψει του ότι γεννώνται ζητήματα ερμηνείας και εφαρμογής νομικών διατάξεων (πρβλ. ΕΑ ΣτΕ 26/2001) επί των οποίων δεν υπάρχει σχετική παγιωμένη νομολογία ή νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικράτειας στοιχούσα με την άποψη της αιτούσας, και, κατά συνέπεια, δεν καθίσταται πρόδηλη η έκβαση της δίκης, ώστε να δικαιολογείται εξ αυτού του λόγου η καθ’ ολοκληρία αναστολή εκτέλεσης της εν λόγω πράξης. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το ύψος των οικονομικών αποτελεσμάτων της επιχείρησης της αιτούσας, που εμφάνισε ζημία ύψους 13.549,40 ευρώ κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της, ήτοι κατά το φορολογικό έτους 2.2.2017 έως 31.12.2017 και β) το γεγονός ότι αυτή απασχολούσε το μήνα Μάρτιο 16 εργαζόμενους, σε συνδυασμό με τούψος του επιβληθέντος προστίμου (11050,54 ευρώ), το οποίο παρίσταται ιδιαίτερα υψηλό σε συσχετισμό με τα ως άνω οικονομικά δεδομένα, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αιτούσα δεν δύναται να καταβάλει το καταλογισθέν σε βάρος της ποσό, χωρίς να προκληθεί σ’ αυτήν ανεπανόρθωτη βλάβη, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου της υπό κρίση αίτησης αναστολής.
  6. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να αποδοθεί στην αιτούσα μέρος το καταβληθέν παράβολο (άρθρο 277 παρ.9 του Κ.Δ.Δ.). Τέλος, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την αίτηση.

Αναστέλλει την εκτέλεση της Μ…./18.4.2018 Πράξης Επιβολής Προστίμου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (ΕΥΠΕΑ) Αττικής.

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου

Απαλλάσσει το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ

Η απόφαση εκδόθηκε στην Αθήνα στις 31.8.2018.

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ