Απόσπασμα
Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του ν. 4055/2012, το δικαστήριο σε περίπτωση που κρίνει ότι υπήρξε υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης χορηγεί δίκαιη ικανοποίηση αποκλειστικά για την προκληθείσα ηθική βλάβη λόγω της προσβολής του δικαιώματος του πολίτη για ταχεία δίκη. Συνεπώς, αποκατάσταση τυχόν υλικής ζημίας δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο της αίτησης για δίκαιη ικανοποίηση, όταν δεν συνδέεται αιτιωδώς η τυχόν υλική ζημία, της οποίας γίνεται επίκληση, με την καθυστέρηση της δίκης. Εν προκειμένω, ως προς την οικονομική ζημία, ο αιτών προβάλλει ότι λόγω της καθυστέρησης εκδικάσεως της υποθέσεως απώλεσε τις «μετά βεβαιότητας προσδοκώμενες» απαιτήσεις του έναντι του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Στρατού, συνεπεία της μεταστροφής της νομολογίας του Δικαστηρίου μετά την απόφαση 25/2012 του ΑΕΔ, δηλαδή, κατ’ ουσίαν ζητεί να αποκατασταθεί η οικονομική ζημία που υπέστη λόγω της δυσμενούς γι’ αυτόν έκβασης της δίκης που δεν περαιώθηκε σε εύλογο χρόνο με αποτέλεσμα την εν τω μεταξύ μεταστροφή της νομολογίας. Νομικά αβάσιμο το αίτημα, διότι δεν προκύπτει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της διαπιστωθείσας παραβάσεως και της υλικής ζημίας που επικαλείται ο αιτών, λαμβανομένου ιδίως υπόψη ότι ως προς τη συνταγματικότητα της διάταξης του άρθρου 7 του ν.δ. 496/74 υπήρχε ήδη από το 2006 αντίθετη νομολογία του Αρείου Πάγου και, συνεπώς, το Δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο να παραπέμψει την υπόθεση στο ΑΕΔ, το οποίο θα επέλυε τελικά το ζήτημα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να θεωρηθούν «μετά βεβαιότητας προσδοκώμενες» οι επίδικες απαιτήσεις. Η οικονομική βλάβη που επικαλείται ο αιτών δεν εμπίπτει στο σκοπό του ν. 4055/2012, που σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπεί στην αποκατάσταση της ζημίας του διαδίκου από την δυσμενή έκβαση της δίκης, η οποία θα ανέτρεπε κατ’ ουσίαν το δεδικασμένο που απορρέει από τη δικαστική απόφαση με την οποία περατώθηκε η κύρια διαφορά.